Κι'ύστερις απόμεινε το κουφάρι του ανεμόμυλου ,
να θρηνεί μονάχο του απά στο Δαυγέϊκο κουτούπι .
Χωρίς τη ρόδα με τα πανιά που όλο καμάρι γύρναε
Χωρίς το στάρι π'άξαινε και χρύσωνε στη
πετρόσπαρτη γη των Δαυήδων και τον αχό
των λιθαριών που τ'άλεθε .
Χωρίς το μυλωνά πούκλεβε στο ζύγι το ξάϊ
και τη μυλωνού - το πονηράλουπο - που αριβάριζε
με το τραταμέντο την ώρα που ζύγιαζε ο μυλωνάς
με τη παλάντζα το ξάϊ .
Απ'το σούρουπο ίσιαμε το χάραγμα , το κουφάρι του ,
πολεμάει να γδει μιαν αναλαμπή απ'το φάρο των Βαρδιάνων
αντίκρυ του .
Να χαιρετηθούνε όπως τότενες .
Μάταια .
Είχε κι'εκειός το 53 , την ίδια μοίρα με το μύλο ... .
(Από το FB του καλού φίλου των Δαυγάτων, τοπογράφου Αποστόλη Μαγουλά)